επικειμένην

επικειμένην
ἐπικειμένην
ἐπίκειμαι
to be laid upon: perf part mp fem acc sg (attic epic ionic )
ἐπίκειμαι
to be laid upon: pres part mp fem acc sg (attic epic ionic )

Morphologia Graeca. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ἐπικειμένην — ἐπίκειμαι to be laid upon perf part mp fem acc sg (attic epic ionic) ἐπίκειμαι to be laid upon pres part mp fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εφιππάζομαι — ἐφιππάζομαι (Α) 1. εφορμώ έφιππος, επιτίθεμαι 2. ιππεύω 3. τρέχω έφιππος 4. (με αισχρή σημ.) αυτός που καβαλιέται, που πηδιέται («ἄνωθεν ἐπικειμένην ἤ ἐφιππαζομένην», Αρτεμίδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ἱππάζομαι] …   Dictionary of Greek

  • συνδιοικονομώ — έω, Α διευθετώ, κανονίζω κάτι από κοινού με άλλον («πᾱσαν αὐτῇ συνδιῳκονόμει τὴν ἐπικειμένην φροντίδα», Γρηγ. Νύσσ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + διοικονομῶ «κανονίζω, διευθετώ»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”